Ο Βαγγέλης Περπινιάδης υπήρξε ανεπανάληπτος λαϊκός τραγουδιστής και ικανότατος μουσικός και δημιουργός.
Με θητεία στο ψαλτήρι, χειροτονημένος Αναγνώστης, και με προοπτική να γίνει παπάς τελικά έλαμψε στον χώρο του πενταγράμμου.
Ανάμεσα στις πολλές επιτυχημένες στιγμές του και ο «Ύμνος του Ολυμπιακού» (Ολυμπίκ – Ολυμπίκ – Ολυμπιακέ). Ο Περπινιάδης στο βιβλίο του ζωής του (συγγραφέας Κώστας Μπαλαχούτης) με τον τίτλο «Πριν το τέλος» (εκδόσεις Προσκήνιο – Άγγελος Σιδεράτος) διηγείται χαρακτηριστικά τη δημιουργία του.
Το «Ολυμπίκ – Ολυμπιακέ» γράφτηκε με αφορμή τη νίκη του Ολυμπιακού, που του απέφερε την κατάκτηση του Βαλκανικού Κυπέλλου το 1963. Ο Ολυμπιακός νίκησε στην Κωνσταντινούπολη, στο στάδιο Μιτάτ Πασά, τη βουλγαρική Λέφσκι με 1-0 με κεφαλιά του Στεφανάκου.
Την ίδια νύχτα, 19 προς 20 Σεπτεμβρίου του 1963, η ομάδα του Ολυμπιακού επέστρεψε από την Κωνσταντινούπολη στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Όπως συμβαίνει μετά από τέτοιες μεγάλες επιτυχίες, οι οπαδοί της ομάδας και όχι μόνο, χιλιάδες Έλληνες φίλαθλοι αφού Βαλκανικό Κύπελλο είχε ιδιαίτερη σημασία από πλευράς γοήτρου, είχαν συρρεύσει για να υποδεχθούν τους ποδοσφαιριστές.
Δέκα χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν στο αεροδρόμιο και περίπου πέντε χιλιάδες ακολούθησαν στη συνέχεια με τα πόδια τους ποδοσφαιριστές μέχρι τον Πειραιά, όπου βέβαια έγινε μεγάλος χαλασμός καθώς προστέθηκαν και άλλοι φίλοι του Ολυμπιακού για να γιορτάσουν τον μεγάλο θρίαμβο.
Ανάμεσά τους και ο ανερχόμενος τότε Στράτος Διονυσίου με τον φίλο του, διαιτητή, Τάκη Λαζόπουλο. Τελειώνοντας τα πανηγύρια κίνησαν να βρουν τον κοινό τους φίλο Βαγγέλη Περπινιάδη στο σπίτι του στο Χαϊδάρι για να του περιγράψουν τον θρίαμβο του Ολυμπιακού.
Ο Περπινιάδης τους καλοδέχτηκε με χαρά, ξύπνησε την γυναίκα του Μαρίτσα να τους φτιάξει καφέδες και άρχισαν όλοι μαζί να συζητούν και να θυμούνται τους θριάμβους του Ολυμπιακού εναντίον μεγάλων ομάδων, όπως την νίκη επί της Σάντος του Πελέ. Μέσα σε αυτή την ενθουσιώδη ατμόσφαιρα της συζήτησης, ο Περπινιάδης εμπνεύστηκε και επιτόπου ξεκρέμασε το μπουζούκι του και το «σκάλισε», ψιθυρίζοντας τα πρώτα στιχάκια που του είχαν έρθει στο μυαλό:
Ολυμπίκ- Ολυμπίκ – Ολυμπιακέ
Φλαμένκο, Λέφκι νίκησες, Σάντος και Ζαγκλεμπιέ.
Τα ξημερώματα ολόκληρο το τραγούδι ήταν έτοιμο. Το έγραψε πρόχειρα σε ένα μαγνητόφωνο και νωρίς το πρωί τηλεφώνησε τον Μάκη Μάτσα, το αφεντικό της δισκογραφικής εταιρείας του, δηλαδή των Οντεόν και Παρλοφόν. Τον ενημέρωσε για το τραγούδι, και στη συνέχεια έβαλε το μαγνητόφωνο στο ακουστικό του τηλεφώνου για να το ακούσει.
Ο Μάκης Μάτσας μόλις το άκουσε κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο και του είπε «φέρ’ το αμέσως, σε δύο ώρες μπαίνεις με την ορχήστρα σου στο στούντιο».
Πράγματι το πρωί άρχισε η εγγραφή του τραγουδιού που χάλασε κόσμο. Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ξεπέρασε τις 350.000 πωλήσεις, και έγινε για πολλά χρόνια ο επίσημος ύμνος της ομάδας του Ολυμπιακού.
